- φαβισμός
- ο(ιατρ.), το σύνολο των παθολογικών φαινομένων από δηλητηρίαση με χλωρά κουκιά, η κυάμωση.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φαβισμός — ο, Ν ιατρ. η νόσος κυαμισμός ή κυάμωση. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. favism < ιταλ. fava (< λατ. faba, βλ. φάβα) + κατάλ. ism (βλ. ισμός)] … Dictionary of Greek